Πώς βγαίνουν οι αποδόσεις στο στοίχημα
Η εξέλιξη του στοιχήματος τα τελευταία χρόνια είναι ραγδαία και για να βλέπουμε το τελικό αποτέλεσμα μπροστά στις οθόνες μας χρειάζεται η εργασία πλήθους ανθρώπων. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των στοιχηματικών εταιριών γίνεται ολοένα και πιο σκληρός κι έτσι, στην προσπάθεια προσέλκυσης του κοινού, η βελτίωση των υπηρεσιών μέσα από εντατική εργασία είναι συνεχής.
Ένας τομέας στο στοίχημα που απαιτεί πολλές διεργασίες είναι οι αποδόσεις. Σε πολλές περιπτώσεις, οι αποδόσεις των παιχνιδιών δημοσιεύονται αρκετές μέρες πριν από την έναρξη των αναμετρήσεων. Πρέπει, όμως, να ξέρετε ότι η διαδικασία διαμόρφωσής τους είναι περίπλοκη. Πώς βγαίνουν, λοιπόν, οι αποδόσεις;
Εδώ μπαίνει στη ζωή μας ο bookmaker. Οι μεγάλες στοιχηματικές εταιρίες έχουν στο δυναμικό τους ομάδες ανθρώπων, οι οποίοι εκτιμούν διεξοδικά διάφορα δεδομένα και καταλήγουν στις τελικές αποδόσεις για λογαριασμό κάθε εταιρίας. Τονίζουμε, πάντως, ότι το πρώτο στάδιο της διαδικασίας είναι οι «καθαρές» αποδόσεις, οι οποίες προκύπτουν από πανίσχυρα λογισμικά ηλεκτρονικών υπολογιστών, ύστερα από συνδυασμό πλήθους δεδομένων και στατιστικών. Μετά την εξαγωγή των αρχικών αποδόσεων ξεκινάει η παρέμβαση του ανθρώπινου παράγοντα (bookmaker).
Οι bookmakers, λοιπόν, μελετούν διάφορους παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν καταλυτικά την εξέλιξη και το τελικό αποτέλεσμα ενός αγώνα, άρα… και το στοίχημα του παίκτη. Τέτοιου είδους παράγοντες είναι η φόρμα των ομάδων, οι απουσίες, οι τραυματισμοί, οι τιμωρίες, οι μεταγραφές ή οι αποχωρήσεις παικτών, η γενικότερη ειδησεογραφία, το κλίμα στο εσωτερικό των ομάδων, το «βάρος» της φανέλας, όπως και η ύπαρξη ή όχι βαθμολογικού κινήτρου στους αντιπάλους ενός αγώνα. Ύστερα από τη μελέτη όλων αυτών των παραγόντων, οι bookmakers προχωρούν στην αλλαγή των αρχικών («καθαρών») αποδόσεων. Πέρα, όμως, από τη μελέτη των παραπάνω δεδομένων, σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της τελικής απόδοσης παίζει και η προσωπική κρίση (αίσθηση) του κάθε bookmaker. Έτσι, η διαδικασία περιλαμβάνει καταρχάς τα δεδομένα των λογισμικών, στη συνέχεια τη μελέτη της ειδησεογραφίας και στο τέλος την προσωπική άποψη του bookmaker, ώστε να… προσφερθούν εν τέλει οι αποδόσεις στους παίκτες.
Ο παράγοντας – γκανιότα στη διαμόρφωση αποδόσεων
Χρειάζεται, όμως, να ληφθεί υπ’όψιν και ακόμα μία παράμετρος. Αναφερόμαστε στην ύπαρξη της γκανιότας, καθώς η κάθε στοιχηματική εταιρία επιζητά ένα εγγυημένο κέρδος από τα πονταρίσματα σε κάθε παιχνίδι, ανεξαρτήτως του τελικού αποτελέσματος. Η παρουσία της γκανιότας επιφέρει αυτόματα και πτώση των αποδόσεων. Πάμε να δούμε, λοιπόν, πώς διαμορφώνεται η κατάσταση με ένα παράδειγμα.
Ας θεωρήσουμε ότι πρέπει να βγάλουμε αποδόσεις για την αγγλική «μάχη» της Λίβερπουλ με την Τότεναμ. Ύστερα από την προαναφερθείσα διαδικασία, ο bookmaker καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Λίβερπουλ είναι το φαβορί του αγώνα, δίνοντας λοιπόν τις παρακάτω πιθανότητες για την εξέλιξη του αγώνα: α) Νίκη Λίβερπουλ 40% – Απόδοση 2.50, β) Ισοπαλία 32% – Απόδοση 3.12, γ) Νίκη Τότεναμ 28% – Απόδοση 3.57. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν στοιχηματιστούν 40€ στη νίκη της Λίβερπουλ, 32€ στην ισοπαλία και 28€ στη νίκη της Τότεναμ, τότε η εταιρία θα εισπράξει 100€ και θα επιστρέψει σίγουρα στους παίκτες το ίδιο ποσό, επομένως, δε θα έχει κάποιο εγγυημένο κέρδος. Γι’ αυτό το λόγο, ο bookmaker προχωρεί σε μετατροπή των αποδόσεων, δίνοντας για παράδειγμα απόδοση 2.40 στη νίκη της Λίβερπουλ, απόδοση 2.90 στην ισοπαλία και απόδοση 3.30 στη νίκη της Τότεναμ. Με αυτό τον τρόπο διασφαλίζεται το εγγυημένο κέρδος (γκανιότα) για τις στοιχηματικές εταιρίες.
Οι αλλαγές στις αποδόσεις
Τέλος, πρέπει να αναφέρουμε ότι οι αποδόσεις ενός αγώνα στις περισσότερες περιπτώσεις δε μένουν σταθερές. Για παράδειγμα, μία λαθεμένη πληροφορία ή μία αλλαγή της τελευταίας στιγμής (τραυματισμός, αλλαγή στην αρχική ενδεκάδα) μπορεί να οδηγήσει τον bookmaker στην αλλαγή της απόδοσης, προκειμένου να μην εκτεθεί η στοιχηματική εταιρία.
Παράλληλα, η πτώση της απόδοσης μπορεί να προκύψει όταν παρατηρηθεί μεγάλο τζιράρισμα σε ένα σημείο (και ο bookmaker δε θέλει να εκθέσει τον εαυτό του). Σε κάποιες περιπτώσεις, βέβαια, οι εταιρίες ρισκάρουν, διατηρώντας ή αυξάνοντας τις αποδόσεις, με τη λογική ότι το φαβορί δε θα κερδίσει. Έτσι, προσελκύουν ακόμα μεγαλύτερο ποντάρισμα. Υπάρχει, όμως, ο σαφής κίνδυνος να μην επιβεβαιωθούν στις εκτιμήσεις τους και να βγουν χαμένες σε μεγάλο βαθμό.